Επιχειρηματίας στα ισλανδικά
Μετάφραση: επιχειρηματίας, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kaupsýslumaður, viðskiptajöfur, viðskiptamaður
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιχειρηματίας
επιχειρηματίας κωνσταντίνος λευκαρίτης, επιχειρηματίας αυτοπυροβολήθηκε στο κέντρο του ηρακλείου, επιχειρηματίας γιάννης κωνσταντινίδης, επιχειρηματίας της χρονιάς 2013, επιχειρηματίας γιώργος πολίτης, επιχειρηματίας λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επιχειρηματίας στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επιχείρημα στα ισλανδικά - rök, rifrildi, röksemd, Rökin, Þau rök
- επιχείρηση στα ισλανδικά - kaupsýsla, atvinna, viðskipti, firma, Viðskipti, fyrirtæki, fyrirtækið, ...
- επιχειρηματικός στα ισλανδικά - enterprising, framtakssamt
- επιχειρηματολογώ στα ισλανδικά - ég halda því fram, held ég því fram, Þótt ég líti, ég líti, ég líti svo
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρηματίας στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: kaupsýslumaður, viðskiptajöfur, viðskiptamaður
Μεταφράσεις: kaupsýslumaður, viðskiptajöfur, viðskiptamaður