Επιχειρηματίας στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επιχειρηματίας, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
empresário, Homem de negócios, de negócios, Homem de negócios que, businessman
Επιχειρηματίας στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιχειρηματίας

επιχειρηματίας κωνσταντίνος λευκαρίτης, επιχειρηματίας αυτοπυροβολήθηκε στο κέντρο του ηρακλείου, επιχειρηματίας γιάννης κωνσταντινίδης, επιχειρηματίας της χρονιάς 2013, επιχειρηματίας γιώργος πολίτης, επιχειρηματίας λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επιχειρηματίας στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επιχείρημα στα πορτογαλικά - controvérsia, discussão, debate, argumentação, argumento, argumento de, argumentos
  • επιχείρηση στα πορτογαλικά - negócio, profissão, carga, assunto, funcionar, coisa, empreitada, ...
  • επιχειρηματικός στα πορτογαλικά - empresa, empreendedor, empreendedora, empreendedores, empreendedorismo, empreendedoras
  • επιχειρηματολογώ στα πορτογαλικά - discuta, disputar, porfiar, arguir, argumentar, contender, discutir, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρηματίας στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: empresário, Homem de negócios, de negócios, Homem de negócios que, businessman