Εποικοδομητικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: εποικοδομητικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
uppbyggileg, uppbyggjandi, uppbyggilegt, uppbyggilegum, uppbyggilegri
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποικοδομητικός
εποικοδομητικός διαλογος, εποικοδομητικός λεξικο, εποικοδομητικός διαλογος εκθεση, εποικοδομητικός διαλογος προυποθεσεις, εποικοδομητικόσ σημασια, εποικοδομητικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εποικοδομητικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επιχορηγώ στα ισλανδικά - veita, gefa, styrkur, veiting, niðurgreiða, að niðurgreiða, greiða niður, ...
- επιχρυσώνω στα ισλανδικά - gylla, gild
- επομένως στα ισλανδικά - því, þess vegna, vegna, því að, leiðandi
- επονείδιστος στα ισλανδικά - opprobrious
Τυχαίες λέξεις
Εποικοδομητικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: uppbyggileg, uppbyggjandi, uppbyggilegt, uppbyggilegum, uppbyggilegri
Μεταφράσεις: uppbyggileg, uppbyggjandi, uppbyggilegt, uppbyggilegum, uppbyggilegri