Εποικοδομητικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εποικοδομητικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
construtivo, construtiva, construtivas, construtivos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποικοδομητικός
εποικοδομητικός διαλογος, εποικοδομητικός λεξικο, εποικοδομητικός διαλογος εκθεση, εποικοδομητικός διαλογος προυποθεσεις, εποικοδομητικόσ σημασια, εποικοδομητικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εποικοδομητικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επιχορηγώ στα πορτογαλικά - outorgar, granito, deferir, subsidiar, subvencionar, subsidiam, subsidiar a, ...
- επιχρυσώνω στα πορτογαλικά - sociedade, comunidade, dourar, Gild, doura, douram, doura o
- επομένως στα πορτογαλικά - consequentemente, portanto, por isso
- επονείδιστος στα πορτογαλικά - infamante, injurioso, ignominioso, opprobrious, vergonhoso
Τυχαίες λέξεις
Εποικοδομητικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: construtivo, construtiva, construtivas, construtivos
Μεταφράσεις: construtivo, construtiva, construtivas, construtivos