Θυρωρός στα ισλανδικά
Μετάφραση: θυρωρός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Porter, Burðarmaður, Móttakan, Brúðkaupsþjónusta Burðarmaður, Hraðbanki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θυρωρός
θυρωρός πολυκατοικίας, βέγγοσ θυρωρόσ, θυρωρόσ τησ νύχτασ, ο θυρωρόσ, επάγγελμα θυρωρός, θυρωρός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, θυρωρός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- θυμός στα ισλανδικά - reiði, vonska, reiðin, reiður
- θυρίδα στα ισλανδικά - búðarborð, skápnum, búningsklefanum, Hirsla, búningsherbergi, Locker
- θυσία στα ισλανδικά - fórna, fórn, sláturfórn, færa fórnir, fórnin
- θυσιάζω στα ισλανδικά - fórna, fórn, sláturfórn, færa fórnir, fórnin
Τυχαίες λέξεις
Θυρωρός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Porter, Burðarmaður, Móttakan, Brúðkaupsþjónusta Burðarmaður, Hraðbanki
Μεταφράσεις: Porter, Burðarmaður, Móttakan, Brúðkaupsþjónusta Burðarmaður, Hraðbanki