Θυρωρός στα λιθουανικά
Μετάφραση: θυρωρός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
porteris, Porter, portjė, nešikas, durininkas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θυρωρός
θυρωρός πολυκατοικίας, βέγγοσ θυρωρόσ, θυρωρόσ τησ νύχτασ, ο θυρωρόσ, επάγγελμα θυρωρός, θυρωρός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, θυρωρός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- θυμός στα λιθουανικά - pyktis, rūstybė, pykčio, pyktį, Disforija
- θυρίδα στα λιθουανικά - langelis, sandėlis, užrakinama spintelė, stalčius, spintelę, persirengimo
- θυσία στα λιθουανικά - auka, aukos, auką, pasiaukojimas, aukojimas
- θυσιάζω στα λιθουανικά - auka, aukos, auką, pasiaukojimas, aukojimas
Τυχαίες λέξεις
Θυρωρός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: porteris, Porter, portjė, nešikas, durininkas
Μεταφράσεις: porteris, Porter, portjė, nešikas, durininkas