Κέρασμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: κέρασμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
meðhöndla, meðferðar, að meðhöndla, meðferðar við, meðferðar á
Κέρασμα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κέρασμα

κέρασμα για γέννηση, κέρασμα ονειροκρίτησ, κέρασμα γέννας, κέρασμα γενεθλίων, κέρασμα βάπτισης, κέρασμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κέρασμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κέντρισμα στα ισλανδικά - grafa, spori, SPUR, örva
  • κέντρο στα ισλανδικά - miðja, miðstöð, miðju, sent, Center, AdWords
  • κέρδος στα ισλανδικά - hagsmunir, hagnaður, gagn, hagnast, hagnaði, hagnað, gróði, ...
  • κέρμα στα ισλανδικά - mynt, Coin, Peningasafnari, myntar, Leynipeningurinn
Τυχαίες λέξεις
Κέρασμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: meðhöndla, meðferðar, að meðhöndla, meðferðar við, meðferðar á