Κέρασμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κέρασμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лячыць, лекаваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέρασμα
κέρασμα για γέννηση, κέρασμα ονειροκρίτησ, κέρασμα γέννας, κέρασμα γενεθλίων, κέρασμα βάπτισης, κέρασμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κέρασμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κέντρισμα στα λευκορωσικά - працаваць, шпора
- κέντρο στα λευκορωσικά - цэнтр, цэнтар, центр
- κέρδος στα λευκορωσικά - прыбытак
- κέρμα στα λευκορωσικά - манета, монета
Τυχαίες λέξεις
Κέρασμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: лячыць, лекаваць
Μεταφράσεις: лячыць, лекаваць