Καθελκύω στα ισλανδικά

Μετάφραση: καθελκύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
er hleypt af stokkunum, er sett, hefst, af stokkunum, er sett á
Καθελκύω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθελκύω

καθελκύω σημασια, καθελκύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καθελκύω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • καθαριστής στα ισλανδικά - purifier, hreinsa
  • καθαρός στα ισλανδικά - hreinsa, hreinn, ljóst, skýr, tær, skýrt, bjartur
  • καθεστώς στα ισλανδικά - stjórn, fyrirkomulag, fyrirkomulagi, stjórnin, skipan
  • καθετήρας στα ισλανδικά - legginn, æðalegg, leggurinn, hollegg, æðaleggur
Τυχαίες λέξεις
Καθελκύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: er hleypt af stokkunum, er sett, hefst, af stokkunum, er sett á