Καχύποπτος στα ισλανδικά

Μετάφραση: καχύποπτος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grunsamur, grunsamlegt, grunsamlega, grunsamlegur, tortryggni, tortryggileg
Καχύποπτος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καχύποπτος

καχύποπτος συνώνυμα, καχύποπτος ετυμολογία, καχύποπτος αγγλικά, καχύποπτος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καχύποπτος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • καφεΐνη στα ισλανδικά - caffein
  • καφετί στα ισλανδικά - brúnn, brúnt, brún, brúnan, Brown
  • καψαλίζω στα ισλανδικά - brenna, klóra, að klóra, að brenna, er að klóra
  • καύκαλο στα ισλανδικά - carapace
Τυχαίες λέξεις
Καχύποπτος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: grunsamur, grunsamlegt, grunsamlega, grunsamlegur, tortryggni, tortryggileg