Καχύποπτος στα ουκρανικά

Μετάφραση: καχύποπτος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підозрілий, підозрілу, підозріла, підозріливий, підозрілого
Καχύποπτος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καχύποπτος

καχύποπτος συνώνυμα, καχύποπτος ετυμολογία, καχύποπτος αγγλικά, καχύποπτος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καχύποπτος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • καφεΐνη στα ουκρανικά - кофеїн
  • καφετί στα ουκρανικά - дубити, кора, коричневий, корічневий, карі
  • καψαλίζω στα ουκρανικά - вигоріти, вигорати, опік, обпалити, обпікати
  • καύκαλο στα ουκρανικά - череп, панцир, осад, скорина, кора, кірка, щит, ...
Τυχαίες λέξεις
Καχύποπτος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: підозрілий, підозрілу, підозріла, підозріливий, підозрілого