Καχύποπτος στα πολωνικά

Μετάφραση: καχύποπτος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podejrzliwy, nieufny, podejrzany, podejrzane, podejrzana
Καχύποπτος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καχύποπτος

καχύποπτος συνώνυμα, καχύποπτος ετυμολογία, καχύποπτος αγγλικά, καχύποπτος λεξικό γλώσσας πολωνικά, καχύποπτος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • καφεΐνη στα πολωνικά - kofeina, caffein
  • καφετί στα πολωνικά - garbowanie, opalenizna, garbować, opalać, brązowy, brąz, brązowym, ...
  • καψαλίζω στα πολωνικά - spalić, przypalanie, skwar, przypalać, palić, poparzenie, przypiekać, ...
  • καύκαλο στα πολωνικά - skrzep, czaszka, kora, skórka, czacha, strup, skorupka, ...
Τυχαίες λέξεις
Καχύποπτος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: podejrzliwy, nieufny, podejrzany, podejrzane, podejrzana