Κρεμιέμαι στα ισλανδικά

Μετάφραση: κρεμιέμαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
krem, rjómi, rjóma, kremið, ís
Κρεμιέμαι στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρεμιέμαι

κρεμιέμαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κρεμιέμαι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κρεμάστρα στα ισλανδικά - hanger, upphengju, hengistykki, á upphengju
  • κρεμάω στα ισλανδικά - krem, rjómi, rjóma, kremið, ís
  • κρεμμύδι στα ισλανδικά - laukur, lauk, rauðlaukur, laukinn
  • κρεμώ στα ισλανδικά - hanga, Hang, Bíddu, Halda
Τυχαίες λέξεις
Κρεμιέμαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: krem, rjómi, rjóma, kremið, ís