Κρεμιέμαι στα τούρκικα
Μετάφραση: κρεμιέμαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
krem, krema, kremi, cream, dondurma
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρεμιέμαι
κρεμιέμαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, κρεμιέμαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κρεμάστρα στα τούρκικα - askı, askısı, Hanger, askıları, askılığı
- κρεμάω στα τούρκικα - krem, krema, kremi, cream, dondurma
- κρεμμύδι στα τούρκικα - soğan, sogan, onion, soğanı, kuru soğan
- κρεμώ στα τούρκικα - asmak, asılmak, batmak, eğilmek, asılı durmak
Τυχαίες λέξεις
Κρεμιέμαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: krem, krema, kremi, cream, dondurma
Μεταφράσεις: krem, krema, kremi, cream, dondurma