Κρεμιέμαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: κρεμιέμαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
crème, room, cream, ijs, creme
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρεμιέμαι
κρεμιέμαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κρεμιέμαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κρεμάστρα στα ολλανδικά - hanger, hangertje, kleerhanger
- κρεμάω στα ολλανδικά - crème, room, cream, ijs, creme
- κρεμμύδι στα ολλανδικά - ajuin, ui, uien, onion, de ui
- κρεμώ στα ολλανδικά - hangen, ophangen, Hang, knie, knie te
Τυχαίες λέξεις
Κρεμιέμαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: crème, room, cream, ijs, creme
Μεταφράσεις: crème, room, cream, ijs, creme