Κυνήγι στα ισλανδικά
Μετάφραση: κυνήγι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
veiði, veiðar, dýraveiðar, Skotveiði, Hunting
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυνήγι
κυνήγι φάσσας, κυνήγι μαγισσών, κυνήγι τσίχλας, κυνήγι θησαυρού, κυνήγι θησαυρού για παιδιά, κυνήγι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κυνήγι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κυμαίνομαι στα ισλανδικά - sveiflast, sveiflur, sveiflast í, sveiflist, að sveiflast
- κυματισμός στα ισλανδικά - undulation
- κυνηγός στα ισλανδικά - Veiðimaðurinn, veiðimaður, Hunter, veiðimenn
- κυνηγώ στα ισλανδικά - elta, Chase, sf, eltast
Τυχαίες λέξεις
Κυνήγι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: veiði, veiðar, dýraveiðar, Skotveiði, Hunting
Μεταφράσεις: veiði, veiðar, dýraveiðar, Skotveiði, Hunting