Λέμφος στα ισλανδικά

Μετάφραση: λέμφος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eitlum, eitlar, eitla, sogæðavökvi
Λέμφος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λέμφος

η λέμφος, λέμφος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λέμφος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • λάφυρα στα ισλανδικά - herfang, gleðispillir, spillir, skemmist, skemmist hún
  • λάχανο στα ισλανδικά - kál, hvítkál, kol, kálið
  • λέξη στα ισλανδικά - orð, orðið, orðanna, orð sem, orði
  • λέπι στα ισλανδικά - mælikvarði, mælikvarða, stíl, umfang, mæli
Τυχαίες λέξεις
Λέμφος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: eitlum, eitlar, eitla, sogæðavökvi