Λαθρεμπόριο στα ισλανδικά
Μετάφραση: λαθρεμπόριο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
smygl, smygli, smygl á, smygla, að smygla
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαθρεμπόριο
λαθρεμπόριο καυσίμων ονοματα, λαθρεμπόριο καυσίμων, λαθρεμπόριο τσιγάρων, λαθρεμπόριο πετρελαίου ονοματα, λαθρεμπόριο καπνού, λαθρεμπόριο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λαθρεμπόριο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- λαγός στα ισλανδικά - hérann, Hare
- λαθρέμπορος στα ισλανδικά - ógurlega
- λαθροκυνηγός στα ισλανδικά - veiðiþjófur, poachers
- λαιμαργία στα ισλανδικά - óhóf
Τυχαίες λέξεις
Λαθρεμπόριο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: smygl, smygli, smygl á, smygla, að smygla
Μεταφράσεις: smygl, smygli, smygl á, smygla, að smygla