Μεταπείθω στα ισλανδικά

Μετάφραση: μεταπείθω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dissuasion
Μεταπείθω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεταπείθω

μεταπείθω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μεταπείθω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • μεταξωτό στα ισλανδικά - silki
  • μεταξύ στα ισλανδικά - milli, á milli, frá
  • μεταρρυθμίζω στα ισλανδικά - endurbót, endurbæta, metarrythmizo
  • μεταρρύθμιση στα ισλανδικά - endurbæta, endurbót, umbætur, umbótum, landareigna, umbætur í, umbætur á
Τυχαίες λέξεις
Μεταπείθω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dissuasion