Μεταπείθω στα τσεχικά
Μετάφραση: μεταπείθω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odradit, zrazovat, odrazovat, zrazování, odrazování
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταπείθω
μεταπείθω λεξικό γλώσσας τσεχικά, μεταπείθω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- μεταξωτό στα τσεχικά - hedvábí, hedvábný, hedvábné, hedvábného, silk
- μεταξύ στα τσεχικά - mezi, od
- μεταρρυθμίζω στα τσεχικά - předělat, oprava, zlepšení, reformovat, napravit, přetvořit, zlepšit, ...
- μεταρρύθμιση στα τσεχικά - reformovat, přetvořit, předělat, napravit, oprava, zlepšení, reforma, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεταπείθω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: odradit, zrazovat, odrazovat, zrazování, odrazování
Μεταφράσεις: odradit, zrazovat, odrazovat, zrazování, odrazování