Οργιά στα ισλανδικά
Μετάφραση: οργιά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
faðmur, Fathom
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργιά
οργιά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, οργιά στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- οργανίστας στα ισλανδικά - organisti, organisti við, sem orgelleikari, orgelleikari
- οργανικός στα ισλανδικά - lífræn, lífrænt, lífræni, lífræna, lífrænum
- οργισμένος στα ισλανδικά - Hermdaryrði
- οργωτής στα ισλανδικά - orgotis
Τυχαίες λέξεις
Οργιά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: faðmur, Fathom
Μεταφράσεις: faðmur, Fathom