Πέφτω στα ισλανδικά
Μετάφραση: πέφτω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
brölta, árekstur, falla, fall, hrapa, lækka, fallið, fellur, falli
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πέφτω
πέφτω ψηλά, πέφτω και σηκώνομαι στίχοι, πέφτω ονειροκρίτης, πέφτω κάνω το σταυρό μου, πέφτω και σηκώνομαι/unplugged version/ λιάκος νέστορας και άκης, πέφτω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πέφτω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πέτο στα ισλανδικά - Lapel
- πέτρα στα ισλανδικά - steinn, drangur, bjarg, klettur, grjót, berg, steini, ...
- πέψη στα ισλανδικά - melting, meltingu, niðurbrot, við meltingu, meltinguna
- πήζω στα ισλανδικά - curdle
Τυχαίες λέξεις
Πέφτω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: brölta, árekstur, falla, fall, hrapa, lækka, fallið, fellur, falli
Μεταφράσεις: brölta, árekstur, falla, fall, hrapa, lækka, fallið, fellur, falli