Πέφτω στα ρουμανικά
Μετάφραση: πέφτω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
toamnă, cădere, afunda, amurg, capitulare, cădea, intră, încadrează, cad, cadă
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πέφτω
πέφτω ψηλά, πέφτω και σηκώνομαι στίχοι, πέφτω ονειροκρίτης, πέφτω κάνω το σταυρό μου, πέφτω και σηκώνομαι/unplugged version/ λιάκος νέστορας και άκης, πέφτω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πέφτω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- πέτο στα ρουμανικά - rever, reverul, de rever, lapel, butonieră
- πέτρα στα ρουμανικά - piatră, piatra, de piatră, de piatra, pietre
- πέψη στα ρουμανικά - digestie, digestia, digestiei, de digestie, la digestie
- πήζω στα ρουμανικά - coagula, coaguleze, se coaguleze, închega, prinde
Τυχαίες λέξεις
Πέφτω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: toamnă, cădere, afunda, amurg, capitulare, cădea, intră, încadrează, cad, cadă
Μεταφράσεις: toamnă, cădere, afunda, amurg, capitulare, cădea, intră, încadrează, cad, cadă