Πέφτω στα ουκρανικά

Μετάφραση: πέφτω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
падати, облетіти, упасти, валитись, спад, поли, впасти, валитися, обрушитися, валити, гуркотати, гуркіт, розбити, болото, падіння, осінь, падатиме, падатимуть
Πέφτω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πέφτω

πέφτω ψηλά, πέφτω και σηκώνομαι στίχοι, πέφτω ονειροκρίτης, πέφτω κάνω το σταυρό μου, πέφτω και σηκώνομαι/unplugged version/ λιάκος νέστορας και άκης, πέφτω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πέφτω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πέτο στα ουκρανικά - капловухий, відворот, одворот, закот, відворіт
  • πέτρα στα ουκρανικά - брусок, множину, юрма, єпископ, камінь, камень, каміння
  • πέψη στα ουκρανικά - травлення, засвоєння
  • πήζω στα ουκρανικά - ускладнюватися, згорнутись, грудка, дрантя, супитися, згортати, згущати, ...
Τυχαίες λέξεις
Πέφτω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: падати, облетіти, упасти, валитись, спад, поли, впасти, валитися, обрушитися, валити, гуркотати, гуркіт, розбити, болото, падіння, осінь, падатиме, падатимуть