Πιτζάμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: πιτζάμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
náttföt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτζάμα
ολόσωμη πυτζάμα, πιτζάμα γυναικεία, πιτζάμα θηλασμού, πιτζάμα πραξικόπημα, ζέβρα πυτζάμα, πιτζάμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πιτζάμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πιστός στα ισλανδικά - tryggur, trú, trúmaður, trúaði, trúaður, trúir
- πιστότητα στα ισλανδικά - tryggð
- πιτσιλάω στα ισλανδικά - skvetta, Splash, að skvetta, athygli notenda
- πιτσιλίζω στα ισλανδικά - slettum
Τυχαίες λέξεις
Πιτζάμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: náttföt
Μεταφράσεις: náttföt