Πιτζάμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: πιτζάμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
піжама, пижама, піжами
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτζάμα
ολόσωμη πυτζάμα, πιτζάμα γυναικεία, πιτζάμα θηλασμού, πιτζάμα πραξικόπημα, ζέβρα πυτζάμα, πιτζάμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πιτζάμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πιστός στα ουκρανικά - скромно, зраджений, побожний, благочестивий, сумлінний, неголосно, щирий, ...
- πιστότητα στα ουκρανικά - точність, вірність, лояльність, відданість
- πιτσιλάω στα ουκρανικά - бризнути, плескати, сплеск, всплеск, спалах
- πιτσιλίζω στα ουκρανικά - плескати, бризнути, бризки, бризи
Τυχαίες λέξεις
Πιτζάμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: піжама, пижама, піжами
Μεταφράσεις: піжама, пижама, піжами