Πιτζάμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: πιτζάμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pizsama, pizsamában, pizsamák, pizsamát, -pizsama
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτζάμα
ολόσωμη πυτζάμα, πιτζάμα γυναικεία, πιτζάμα θηλασμού, πιτζάμα πραξικόπημα, ζέβρα πυτζάμα, πιτζάμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πιτζάμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πιστός στα ουγγρικά - hívő, hívőnek, híve, hívők, hívőt
- πιστότητα στα ουγγρικά - hűség, hűséget, a hűség, fidelity, hűséggel
- πιτσιλάω στα ουγγρικά - fröcskölés, splash, csobbanás, loccsanás, kifröccsenésé
- πιτσιλίζω στα ουγγρικά - fröccsenés, fröcskölés, a fröcskölés, ráfröccsenő, fröcskölést
Τυχαίες λέξεις
Πιτζάμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: pizsama, pizsamában, pizsamák, pizsamát, -pizsama
Μεταφράσεις: pizsama, pizsamában, pizsamák, pizsamát, -pizsama