Πιτζάμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πιτζάμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pijamas, pijama, pajamas, pyjamas, pijamas de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιτζάμα
ολόσωμη πυτζάμα, πιτζάμα γυναικεία, πιτζάμα θηλασμού, πιτζάμα πραξικόπημα, ζέβρα πυτζάμα, πιτζάμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πιτζάμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πιστός στα πορτογαλικά - fé, leal, fiel, rebaixar, baixar, crente, cristão, ...
- πιστότητα στα πορτογαλικά - fidelidade, a fidelidade, fidelidade de, de fidelidade, fidelity
- πιτσιλάω στα πορτογαλικά - cuspo, respingo, salpico, respingo da, inicial, do respingo
- πιτσιλίζω στα πορτογαλικά - respingo, cuspo, borrifo, spatter, respingos, respingos de, de respingos
Τυχαίες λέξεις
Πιτζάμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pijamas, pijama, pajamas, pyjamas, pijamas de
Μεταφράσεις: pijamas, pijama, pajamas, pyjamas, pijamas de