Προσόν στα ισλανδικά
Μετάφραση: προσόν, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dyggð, hæfi, HM, hæfni, vitnisburðar, menntun og hæfi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσόν
το προσόν, προσόν συνώνυμο, προσόν πλανετ, προσόν στα αγγλικά, προσόν συνώνυμα, προσόν λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προσόν στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- προσωρινά στα ισλανδικά - tímabundið, stundarsakir, um stundarsakir, skamms tíma, til skamms tíma
- προσωρινός στα ισλανδικά - tímabundin, tímabundið, tímabundinn, tímabundna, tímabundnar
- προτέρημα στα ισλανδικά - gagn, dyggð, kostur, Kosturinn, nýta, forskot, kost
- προτίμηση στα ισλανδικά - val, vill frekar, einhver vill frekar, sem einhver vill frekar, val á
Τυχαίες λέξεις
Προσόν στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: dyggð, hæfi, HM, hæfni, vitnisburðar, menntun og hæfi
Μεταφράσεις: dyggð, hæfi, HM, hæfni, vitnisburðar, menntun og hæfi