Ρυθμίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: ρυθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stilla, rétta, að stilla, breyta, aðlaga, stillt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρυθμίζω
ρυθμίζω μεταφραση, ρυθμίζω συνώνυμα, ρυθμίζω αγγλικά, ρυθμίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ρυθμίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ρούχο στα ισλανδικά - fat, klút, klæði, dúk, klút til
- ρυάκι στα ισλανδικά - lækur, Brook
- ρυθμιστής στα ισλανδικά - eftirlitsstofnanna, gangstillir, þrýstijafnarann, þrýstijafnaranum, Fjármálaeftirlitið
- ρυθμός στα ισλανδικά - skref, fet, hrynjandi, taktur, takt, takti, takttruflanir
Τυχαίες λέξεις
Ρυθμίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stilla, rétta, að stilla, breyta, aðlaga, stillt
Μεταφράσεις: stilla, rétta, að stilla, breyta, aðlaga, stillt