Σκέρτσο στα ισλανδικά
Μετάφραση: σκέρτσο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Scherzo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκέρτσο
σκέρτσο απολις, σκέρτσο ιωαννινα, σκέρτσο αγρινιο, σκέρτσο bar, σκέρτσο πεταχτό, σκέρτσο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σκέρτσο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σκέπασμα στα ισλανδικά - hlemmur, hleri, lok, kápa, ná, þekja, lokið, ...
- σκέπτομαι στα ισλανδικά - hyggja, halda, álíta, hugleiða, íhuga, hugleiðslu, íhugar, ...
- σκέτο στα ισλανδικά - slétta, flatlendi, sléttur, Neat, snyrtilegur, sniðugt, óblandað, ...
- σκέτος στα ισλανδικά - slétta, flatlendi, sléttur, látlaus, einfaldlega, venjuleg, venjulegur, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκέρτσο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Scherzo
Μεταφράσεις: Scherzo