Στρίβω στα ισλανδικά
Μετάφραση: στρίβω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
snúa, bugur, fararskjóti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρίβω
στρίβω δια του αρραβώνοσ, conjugate στρίβω, στρίβω συνώνυμο, στρίβω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στρίβω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στρέμμα στα ισλανδικά - ekra, Acre
- στρέψη στα ισλανδικά - torsion, snerilfjöðrun, snerilfjöðrun að, fjöðrun, vindingur
- στρίγγλα στα ισλανδικά - Vixen, Skass
- στραβά στα ισλανδικά - skakkur, úrskeiðis
Τυχαίες λέξεις
Στρίβω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: snúa, bugur, fararskjóti
Μεταφράσεις: snúa, bugur, fararskjóti