Συλλογισμός στα ισλανδικά

Μετάφραση: συλλογισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
reasoning, rökstuðningur, rökhugsun, rökstuðning, röksemdafærsla
Συλλογισμός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλογισμός

συλλογισμόσ ετυμολογια, συλλογισμόσ αριστοτέλησ, συλλογισμός english, συλλογισμός ορισμός, αριθμητικόσ συλλογισμόσ, συλλογισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συλλογισμός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συλλογικά στα ισλανδικά - sameiginlega, saman, sameiningu, í sameiningu, samanlagt
  • συλλογικός στα ισλανδικά - samvirkur, sameiginlega, sameiginlegar, sameiginleg, um sameiginlega, sameiginlegt
  • συλλογιστικός στα ισλανδικά - syllogistical
  • συλλυπητήρια στα ισλανδικά - condolence
Τυχαίες λέξεις
Συλλογισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: reasoning, rökstuðningur, rökhugsun, rökstuðning, röksemdafærsla