Συλλογισμός στα φινλανδικά
Μετάφραση: συλλογισμός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
älyllinen, älykäs, päättely, järjellinen, päätelmä, järkeily, perustelut, perustelujen, perusteluja, päättelyä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συλλογισμός
συλλογισμόσ ετυμολογια, συλλογισμόσ αριστοτέλησ, συλλογισμός english, συλλογισμός ορισμός, αριθμητικόσ συλλογισμόσ, συλλογισμός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συλλογισμός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- συλλογικά στα φινλανδικά - yhdistettynä, kollektiivisesti, yhdessä, yhteisesti, yhtenä ryhmänä, ryhmänä
- συλλογικός στα φινλανδικά - yhteinen, yleinen, kollektiivinen, kollektiivisen, kollektiivista, kollektiivisia, kollektiivisten
- συλλογιστικός στα φινλανδικά - älykäs, järkeily, järjellinen, päättely, älyllinen, syllogistical
- συλλυπητήρια στα φινλανδικά - valittelu, surunvalittelut, lohdutuksen, surunvalittelu, lohduttavista, Surunvalitteluun
Τυχαίες λέξεις
Συλλογισμός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: älyllinen, älykäs, päättely, järjellinen, päätelmä, järkeily, perustelut, perustelujen, perusteluja, päättelyä
Μεταφράσεις: älyllinen, älykäs, päättely, järjellinen, päätelmä, järkeily, perustelut, perustelujen, perusteluja, päättelyä