Σύνοψη στα ισλανδικά
Μετάφραση: σύνοψη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
yfirlit, Samantekt, Samantekt á
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύνοψη
σύνοψη τησ πολιτιστικήσ βιομηχανίασ, σύνοψη λεξικο, σύνοψη υποχρεώσεων κατόχων άδειας κυκλοφορίας, σύνοψη της νομοθεσίας της εε, σύνοψη σεναρίου, σύνοψη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σύνοψη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σύνολο στα ισλανδικά - gagnger, alls, Heildarkostnaður
- σύνορο στα ισλανδικά - brydda, jaðar, Mörkin, mörk, landamærunum, mörkum, landamerki
- σύνταγμα στα ισλανδικά - hersveit, stjórnaskrá, stjórnarskrá, Constitution, stjórnarskránni, Stjórnarskráin, Stjórnarskrárinnar
- σύνταξη στα ισλανδικά - setningafræði, málskipan
Τυχαίες λέξεις
Σύνοψη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: yfirlit, Samantekt, Samantekt á
Μεταφράσεις: yfirlit, Samantekt, Samantekt á