Σύνοψη στα ουκρανικά
Μετάφραση: σύνοψη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скорочення, резюме
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύνοψη
σύνοψη τησ πολιτιστικήσ βιομηχανίασ, σύνοψη λεξικο, σύνοψη υποχρεώσεων κατόχων άδειας κυκλοφορίας, σύνοψη της νομοθεσίας της εε, σύνοψη σεναρίου, σύνοψη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σύνοψη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σύνολο στα ουκρανικά - сума, тотальний, цілковитий, загальний, загальна, спільний, спільну, ...
- σύνορο στα ουκρανικά - край, облямівка, лямівка, границя, кордон, межень, прикордонний, ...
- σύνταγμα στα ουκρανικά - заснування, дієта, режим, влаштовування, конституція, конституцію
- σύνταξη στα ουκρανικά - пенсійний, пенсія, пансіонат, пансіон, синтаксис
Τυχαίες λέξεις
Σύνοψη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: скорочення, резюме
Μεταφράσεις: скорочення, резюме