Σύνοψη στα λιθουανικά
Μετάφραση: σύνοψη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
santrauka, santrauką, suvestinė, santraukoje, santraukos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύνοψη
σύνοψη τησ πολιτιστικήσ βιομηχανίασ, σύνοψη λεξικο, σύνοψη υποχρεώσεων κατόχων άδειας κυκλοφορίας, σύνοψη της νομοθεσίας της εε, σύνοψη σεναρίου, σύνοψη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σύνοψη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σύνολο στα λιθουανικά - suma, ištisas, visas, bendras, viso
- σύνορο στα λιθουανικά - paraštė, riba, kraštas, siena, krašto, ribos, kontūro, ...
- σύνταγμα στα λιθουανικά - pulkas, konstitucija, konstituciją, sudarymas, sudėtis
- σύνταξη στα λιθουανικά - pensija, sintaksė, sintaksės, sintaksę, Šalinimų, syntax
Τυχαίες λέξεις
Σύνοψη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: santrauka, santrauką, suvestinė, santraukoje, santraukos
Μεταφράσεις: santrauka, santrauką, suvestinė, santraukoje, santraukos