Τελειοποιώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: τελειοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
húsbóndi, Mastering
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τελειοποιώ
τελειοποιώ συνώνυμο, τελειοποιώ συνωνυμα, τελειοποιώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τελειοποιώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τελείωσε στα ισλανδικά - yfir, lokið, búin, lauk, búinn, fullunna
- τελειοποίηση στα ισλανδικά - fullkomnun, Fullkomleiki, Perfection, nú fullkomnun
- τελειώνω στα ισλανδικά - endi, lyktir, enda, fullgera, álykta, lok, ljúka, ...
- τελετάρχης στα ισλανδικά - skipstjóri, meistara, skipstjóri á, skipstjóra, snillingur á
Τυχαίες λέξεις
Τελειοποιώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: húsbóndi, Mastering
Μεταφράσεις: húsbóndi, Mastering