Τριβελίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: τριβελίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bora, borjárn, trivelizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριβελίζω
τριβελίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τριβελίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τριαντάφυλλο στα ισλανδικά - rós, hækkaði, jókst, hækkuðu, reis, jukust
- τριβή στα ισλανδικά - núning, Núningskraftur, núningur, árekstrum, núningi
- τριγυρίζω στα ισλανδικά - eigra, flækjast, prowl, prowl að
- τριγωνομέτρηση στα ισλανδικά - triangulation
Τυχαίες λέξεις
Τριβελίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bora, borjárn, trivelizo
Μεταφράσεις: bora, borjárn, trivelizo