Τριβελίζω στα ιταλικά
Μετάφραση: τριβελίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
trivella, trapano, forare, trivelizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριβελίζω
τριβελίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, τριβελίζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- τριαντάφυλλο στα ιταλικά - rosa, rose, aumentato, di rosa, è aumentato
- τριβή στα ιταλικά - abrasione, frizione, attrito, pentimento, di attrito, l'attrito, attriti
- τριγυρίζω στα ιταλικά - farneticare, errare, vagare, vagabondare, vaneggiare, aggirarsi, girovagare, ...
- τριγωνομέτρηση στα ιταλικά - triangolazione, di triangolazione, la triangolazione, triangolazioni, triangolazione di
Τυχαίες λέξεις
Τριβελίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: trivella, trapano, forare, trivelizo
Μεταφράσεις: trivella, trapano, forare, trivelizo