Τριβελίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τριβελίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
brocar, perfurar, furar, brocas, trivelizo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριβελίζω
τριβελίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τριβελίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τριαντάφυλλο στα πορτογαλικά - rosa, aumentou, subiu, rose
- τριβή στα πορτογαλικά - abrasão, desafinar, fricção, afligir, raspadura, desgaste, atrito, ...
- τριγυρίζω στα πορτογαλικά - vadiar, vagueie, errar, vagabundear, nogueira, vaguear, perambular, ...
- τριγωνομέτρηση στα πορτογαλικά - triangulação, de triangulação, triangulação de, a triangulação, triangulation
Τυχαίες λέξεις
Τριβελίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: brocar, perfurar, furar, brocas, trivelizo
Μεταφράσεις: brocar, perfurar, furar, brocas, trivelizo