Τριβελίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τριβελίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
обучение, trivelizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τριβελίζω
τριβελίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τριβελίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τριαντάφυλλο στα βουλγαρικά - роза, засече, и засече, нарасна, извиси и засече
- τριβή στα βουλγαρικά - триене, триенето, на триене, търкания
- τριγυρίζω στα βουλγαρικά - бродите, дебна, дебнене, дебнат, промъкжането, търся плячка
- τριγωνομέτρηση στα βουλγαρικά - триангулация, триангулацията, триангулиране, триангулационна
Τυχαίες λέξεις
Τριβελίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: обучение, trivelizo
Μεταφράσεις: обучение, trivelizo