Ωράριο στα ισλανδικά
Μετάφραση: ωράριο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ferðaáætlun, tími, löngu, tíma, tíminn, sinn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωράριο
ωράριο σούπερ μάρκετ, ωράριο ικεα, ωράριο καταστημάτων, ωράριο φαρμακείων, ωράριο καταστημάτων θεσσαλονίκη, ωράριο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ωράριο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ωκεανός στα ισλανδικά - haf, sær, Ocean, hafið, sjávar, yfir haf
- ωμός στα ισλανδικά - hrár, hrátt, hráefni, hrá, hráar
- ωραία στα ισλανδικά - fínn, fínt, lagi, í lagi, vel
- ωραίος στα ισλανδικά - skemmtilegur, myndarlegur, myndarlega, myndarleg, fríður, myndarlegi
Τυχαίες λέξεις
Ωράριο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ferðaáætlun, tími, löngu, tíma, tíminn, sinn
Μεταφράσεις: ferðaáætlun, tími, löngu, tíma, tíminn, sinn