Ώριμος στα ισλανδικά

Μετάφραση: ώριμος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þroskaður, þroskað, þroska, þroskast, þroskaðri
Ώριμος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ώριμος

ώριμος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ώριμος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ώμος στα ισλανδικά - öxl, á öxl, öxlum, axlir, axlar
  • ώρα στα ισλανδικά - stund, tími, leyti, sinn, aldur, löngu, tíma, ...
  • ώσπου στα ισλανδικά - þar, þar til, til, fyrr en, fyrr
  • ώχρα στα ισλανδικά - ocher
Τυχαίες λέξεις
Ώριμος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þroskaður, þroskað, þroska, þroskast, þroskaðri