Ώριμος στα τούρκικα
Μετάφραση: ώριμος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ergin, olgun, olgun bir, matür, olgunlaşmış
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ώριμος
ώριμος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ώριμος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ώμος στα τούρκικα - omuz, shoulder, sırt
- ώρα στα τούρκικα - esse, vakit, toplantı, saat, süre, zaman, oturum, ...
- ώσπου στα τούρκικα - kadar, dek, yılına kadar, gelene kadar
- ώχρα στα τούρκικα - okra, hardal sarısı, ochre, koyu sarı, hardal rengi
Τυχαίες λέξεις
Ώριμος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ergin, olgun, olgun bir, matür, olgunlaşmış
Μεταφράσεις: ergin, olgun, olgun bir, matür, olgunlaşmış