Κατοικίδιος στα ισπανικά

Μετάφραση: κατοικίδιος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
indígena, doméstico, domesticado, domesticada, domesticados, domesticadas
Κατοικίδιος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατοικίδιος

κατοικίδιος λεξικό γλώσσας ισπανικά, κατοικίδιος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • κατοικήσιμος στα ισπανικά - habitable, habitables, habitabilidad, habitable Precio
  • κατοικία στα ισπανικά - domicilio, residencia, vivienda, morada, alojamiento, estancia, casa, ...
  • κατοικημένος στα ισπανικά - residencial, residenciales, residencial de, viviendas
  • κατοικώ στα ισπανικά - habitar, residir, morar, vivir, vive, vivo, viven, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατοικίδιος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: indígena, doméstico, domesticado, domesticada, domesticados, domesticadas