Κατοικίδιος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κατοικίδιος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
акультураны, акультураных
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατοικίδιος
κατοικίδιος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατοικίδιος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κατοικήσιμος στα λευκορωσικά - заселены, Заселеная, Населены
- κατοικία στα λευκορωσικά - дом, хату, хата
- κατοικημένος στα λευκορωσικά - жылы, жылой, жылога, жылай
- κατοικώ στα λευκορωσικά - жыць
Τυχαίες λέξεις
Κατοικίδιος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: акультураны, акультураных
Μεταφράσεις: акультураны, акультураных