Ορειβάτης στα ισπανικά
Μετάφραση: ορειβάτης, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
montañés, alpinista, montañero, Mountaineer, montañista
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορειβάτης
ορειβάτης του δρόμου, ορειβάτης γιάννενα, ορειβάτησ ιωάννινα, ορειβάτησ στα πιέρια, ορειβάτης στα γιάννενα, ορειβάτης λεξικό γλώσσας ισπανικά, ορειβάτης στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- οργώνω στα ισπανικά - arado, arar, surcar, arado de, del arado, de arado, el arado
- ορδή στα ισπανικά - horda, Horde, horda de, multitud, hordas
- ορειβασία στα ισπανικά - escalada, alpinismo, montañismo, de escalada, la escalada
- ορεινός στα ισπανικά - montañoso, montañosa, montaña, montañosas, montañas
Τυχαίες λέξεις
Ορειβάτης στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: montañés, alpinista, montañero, Mountaineer, montañista
Μεταφράσεις: montañés, alpinista, montañero, Mountaineer, montañista