Ορειβάτης στα ουγγρικά
Μετάφραση: ορειβάτης, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hegylakó, kúszó, hegymászó, alpinista, mountaineer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορειβάτης
ορειβάτης του δρόμου, ορειβάτης γιάννενα, ορειβάτησ ιωάννινα, ορειβάτησ στα πιέρια, ορειβάτης στα γιάννενα, ορειβάτης λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ορειβάτης στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- οργώνω στα ουγγρικά - szántás, eke, ekét, plough, plow
- ορδή στα ουγγρικά - horda, horde, a horda, hordája, hordának
- ορειβασία στα ουγγρικά - sziklamászás, hegymászás, alpinizmus, mászó, hegymászó, mászás, mászni
- ορεινός στα ουγγρικά - hegyvidéki, hegyes, hegyi, a hegyvidéki, hegyek
Τυχαίες λέξεις
Ορειβάτης στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hegylakó, kúszó, hegymászó, alpinista, mountaineer
Μεταφράσεις: hegylakó, kúszó, hegymászó, alpinista, mountaineer