Παντρεμένη στα ισπανικά
Μετάφραση: παντρεμένη, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
conyugal, casado, matrimonial, casada, casados, casó, casarse
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παντρεμένη
παντρεμένη και ερωτευμένη με άλλον, παντρεμένη και ερωτευμένη, παντρεμένη σαρδέλα, παντρεμένη φάβα, παντρεμένη πρωταγωνίστρια σε ταινία που διέρρευσε στο διαδίκτυο, παντρεμένη λεξικό γλώσσας ισπανικά, παντρεμένη στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- παντού στα ισπανικά - en todas partes, por todas partes, todas partes, todo el mundo, todos lados
- παντρειά στα ισπανικά - casamiento, matrimonio, casándose, casarse, casar, casarse con, casándose con
- παντρεμένος στα ισπανικά - conyugal, casado, matrimonial, casada, casados, casó, casarse
- παντρεύομαι στα ισπανικά - casarse, casar, Wed, casó, casó con, se casó
Τυχαίες λέξεις
Παντρεμένη στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: conyugal, casado, matrimonial, casada, casados, casó, casarse
Μεταφράσεις: conyugal, casado, matrimonial, casada, casados, casó, casarse